репатриант - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

репатриант - translation to πορτογαλικά

ПРОЦЕСС ВОЗВРАЩЕНИЯ НА РОДИНУ
Репатриант; Реэвакуация

репатриант      
repatriado (m)

Ορισμός

репатриант
РЕПАТРИ'АНТ, репатрианта, ·муж. (неол. полит.). Лицо, подвергшееся репатриации.

Βικιπαίδεια

Репатриация

Репатриа́ция (от лат. repatriate) — возвращение на Родину, организованное государственной властью.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για репатриант
1. Он майор в отставке, репатриант, спецназовец, прошедший Афганистан и Чечню.
2. Репатриант утверждал, что совместные предприятия требуют постоянных расходов.
3. Ника Симхович репатриант из Баку, в Израиле уже 16 лет.
4. Это был репатриант из Китая Александр Александрович Шуман.
5. По окончании расследования репатриант был отпущен под залог.